- φρέζια
- ηβολβόριζο μονοετές καλλωπιστικό φυτό της οικογένειας Iριδίδες: Η φρέζια στη γαστρούλα της λυγάει τ' ανάστημά της (Κ. Παλαμάς).
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
φρέζια — (φρεεσία η καμπτή). Καλλωπιστικό φυτό, που είναι ονομαστό κυρίως για τα άνθη του. Οι ποικιλίες που καλλιεργούνται είναι πάρα πολλές. Ανήκει στην οικογένεια των ιριδιδών (μονοκοτυλήδονα) και κατάγεται από τη νότια Αφρική. Τα φύλλα του είναι… … Dictionary of Greek
ιριδίδες — Οικογένεια μονοκοτυλήδονων φυτών, στην οποία υπάγονται πολλά από τα σπουδαιότερα και εντυπωσιακότερα καλλωπιστικά είδη, όπως η ίρις, ο κρίνος, η φρέζια, ο γλαδιόλος κ.ά. Κυρίως πρόκειται για ποώδη φυτά, ριζωματώδη ή βολβόριζα. Οι ι. φέρουν φύλλα… … Dictionary of Greek